Β. ΚΟΥΝΟΥΠΗΣ, Α. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ, Δ. ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ
ΣΤΟΜΑ 2008;36(1):63-70
H θαλιδομίδη παρασκευάστηκε το 1954 και αργότερα κυκλοφόρησε στο εμπόριο ως ηρεμιστικό. Τα πρώτα χρόνια κυκλοφορίας, έτυχε ευρείας αποδοχής σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά ταυτόχρονα παρατηρήθηκαν και οι πρώτες ανεπιθύμητες ενέργειες. Η συχνότερη βλάβη ήταν η φωκομέλεια, αλλά η μακροχρόνια χρήση της, συνδέθηκε με την εκδήλωση σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών, όπως π.χ. περιφερικής νευρίτιδας. Το αποτέλεσμα, ήταν η απόσυρση από την κυκλοφορία. Το 1965, όμως, λόγω της αποτελεσματικότητάς της στην αντιμετώπιση της νόσου του Hansen, το φάρμακο επανακυκλοφόρησε. Σήμερα, η θαλιδομίδη αποτελεί εναλλακτικό φάρμακο στην αντιμετώπιση πολλών δερματικών νοσημάτων και σε πολλά κράτη χρησιμοποιείται και για τη θεραπευτική αντιμετώπιση των υποτροπιαζουσών αφθών.
Τα τελευταία χρόνια, σχετικά με την αιτιοπαθογένεια των αφθών ευρύτερη αποδοχή έχει θεωρία, σύμφωνα με την οποία η εκδήλωσή τους σχετίζεται με την κινητοποίηση του μηχανισμού της ανοσολογικής και φλεγμονώδους αντίδρασης, έναντι αντιγονικών ερεθισμάτων. Οι φαρμακολογικές δράσεις της θαλιδομίδης στην αντιμετώπιση των αφθών συνίστανται, κατά κύριο λόγο, στην εκλεκτική αναστολή της παραγωγής του TNF-a από τα ενεργοποιημένα μονοκύτταρα. Συγκεκριμένα, η θαλιδομίδη επιταχύνει την αποδόμηση του αγγελιοφόρου RNA που μεταφέρει κωδικοποιημένες πληροφορίες για τη σύνθεση της πρωτεΐνης TNF-a στα ριβοσωμάτια των μακροφάγων.
Παρά το γεγονός ότι η χρήση της στην καθημερινή κλινική πράξη συμβαίνει σε αρκετές χώρες του κόσμου, μέχρι στιγμής δεν υπάρχει επαρκής επιστημονική τεκμηρίωση, σχετικά με τον αιτιοπαθογενετικό μηχανισμό των αφθών που να δικαιολογεί τη χρήση της θαλιδομίδης στην αντιμετώπισή τους. Μια σειρά από λίγες κλινικές μελέτες, τα αποτελέσματα των οποίων έχουν ήδη δημοσιευθεί, κρίνονται ενθαρρυντικά και θεμελιώνουν την προοπτική εφαρμογής της στην κλινική πράξη.
ΛEΞEIΣ KΛEIΔIA: Θαλιδομίδη, υποτροπιάζουσες άφθες, παράγοντας νέκρωσης των όγκων α (TNF-a)